- μυστηριάρχης
- μυστηριάρχης, ὁ (ΑΜ)1. ο αρχηγός, ο προϊστάμενος κατά την τέλεση τών μυστηρίων, αυτός που πρωτοστατούσε κατά τις απόκρυφες ιεροπραξίες και διδασκαλίες μυστηριακής λατρείας2. (κατ' επέκτ.) (για αιρετικούς χριστιανούς, υποτιμητικά) αυτός που πρωτοστατούσε στην υπεράσπιση απόκρυφων και κακόδοξων δοξασιών και διδασκαλιών.[ΕΤΥΜΟΛ. < μυστήριον + -άρχης (< ἄρχω)].
Dictionary of Greek. 2013.